- ντεκουπάζ
- και ντεκουπάρισμα, το1. (φωτογρ.-τυπογρ.) εργασία κατά την οποία μία εικόνα αποχωρίζεται από τον περίγυρό της, από το φόντο της, ξεγύρισμα2. κινημ. τελική διαμόρφωση τού σεναρίου κινηματογραφικής ταινίας κατά την οποία γίνεται χωρισμός τών σκηνών σε πλάνα με τη σειρά που θα παρουσιάζονται στην οθόνη, προσδιορισμός τού οπτικού και ηχητικού περιεχομένου τών πλάνων, τού τρόπου σύνδεσης και τής διάρκειάς τους.[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. decoupage «τεμαχισμός» < decouper «κόβω, τεμαχίζω, αποχωρίζω»].
Dictionary of Greek. 2013.